Κάποτε σ' αυτόν τον τόπο που τώρα ζει σκυφτός και γκρίζος, πέρασαν μέρες γεμάτες καθαρό φως, όρθιους ανθρώπους, μεγάλα όνειρα, πράξεις γενναίες και έργα σπουδαία.
Μερικές φορές αναρωτιέμαι αν κάηκε νωρίς ό,τι μεγάλο διαθέταμε και τώρα θα καταδικαστούμε σε 100 χρόνια παγωνιά και σκοτάδι, μέχρι να ξαναδέσει ο σπόρος της μεγαλοσύνης. Άλλες φορές πάλι, ντρέπομαι να μιλάω γι' αυτά στα παιδιά. Ακούγομαι κάπως υπερβολική, βλέπω στα μάτια τους τη δυσπιστία. Μήπως είμαι κι εγώ μια παραμυθού που βάζω όλα τα βασιλόπουλα και τους γενναίους πολεμιστές στην παλιά χρυσή εποχή και τίποτα καλό στη δική μας; Άλλοτε πάλι προτιμώ να ξεχνώ όλα όσα γίνονται μέτρο για το μπόι μας, όλα όσα μας κάνουν να φαινόμαστε μικροί κι ασήμαντοι και προτιμώ να κονταίνω ό,τι πέσει στα χέρια μου, μπας και χωρέσει την αβάσταχτη μικρότητά μας.
Να, αυτό το τραγούδι, τον Επιτάφιο του Γιάννη Ρίτσου. Πώς να αντέξεις το βάρος του; Βουλιάζεις κάθε φορά που σηκώνεις μια μεγάλη πέτρα του. Η ποιητική του δύναμη, η μουσική που του έβαλε ο Μίκης. Οι μεγάλοι μας που το τραγούδησαν, Μπιθικώτσης, Φαραντούρη. Η ιστορία που το γέννησε: Μάης του '36 στη Θεσσαλονίκη, λίγο πριν από τη Μεταξική δικτατορία. Έχει ξεσπάσει απεργιακή θύελλα και ο λαός είναι στους δρόμους. Ο Μεταξάς στέλνει και το στρατό εναντίον των διαδηλωτών, αλλά κι αυτός δεν υπακούει. Μόνο οι χωροφύλακες υπακούν και βαράνε στο ψαχνό αόπλους. 12 νεκροί, ανάμεσά τους κι ένα 25χρονο παλικάρι, ο Τάσος Τούσης. Ο Γιάννης Ρίτσος βλέπει τη μάνα του νέου να σπαράζει πάνω από το πτώμα του και γράφει το ποίημα την ίδια χρονιά. Η δικτατορία το απαγορεύει, καίει το βιβλίο, εξορίζει τον ποιητή.
Μα, τα ποιήματα δεν καίγονται, το καλύτερο που μπορεί να τους συμβεί, όταν μεγαλώσουν, είναι να γίνουν τραγούδια. Αυτό συμβαίνει και με τον Επιτάφιο. Γράφεται σε μια μέρα του 1960 στο Παρίσι από το Μίκη και γίνεται από τότε το τραγούδι μιας άλλης γενιάς, που κι αυτή έχει τα ίδια όνειρα με την προηγούμενη και πατάει στα ίδια χνάρια, για να τα φτάσει.
Και μετά;
Μετά, μια κακιά μάγισσα έδεσε με κατάρες και ξόρκια την άλλη γενιά, τη δική μας. Την έκανε να βλέπει μόνο χαμηλά, να σκέπτεται μόνο τα λεφτά, την καλοπέραση, το συμφέρον, το βόλεμα. Την έμαθε να ακούει μουσικές, για να ξεχνάει, ποιήματα που δεν τραγουδιούνται, ποιητές χαμηλόφωνους και μόνους. Της έδωσε πολλά παιχνίδια με κουμπιά, για να μη θυμάται πώς είναι οι ορίζοντες και τα ύψη, το πέταγμα και η απλωσιά. Της χάιδεψε κάθε υλική ανάγκη, κάθε αρχέγονο ένστικτο, για να είναι χορτάτη κι ευχαριστημένη και να μην ψάχνει παλιές ιστορίες και όνειρα.
Της είπε πολλά παραμύθια χωρίς γενναία παλικάρια και κακούς χωροφύλακες, χωρίς χαροκαμένες μάνες και στυγνούς δικτάτορες, για να φαίνονται όλοι ίδιοι κι όλα καλά στη θέση τους και δίκαια μοιρασμένα.
Και πια δεν μας έμεινε παρά μόνο μια κρυφή συγκίνηση, όταν ακούμε αυτό το τραγούδι...
15 comments:
Αχ, γυριστρούλα μας, ωραία τα θέτεις, αλλά και πολλή κουβέντα σηκώνουν. Πέρα από το ζήτημα των γενεών, των αλλαγών, των πτήσεων και των πτώσεων, θεωρώ πως το έργο αυτό ( ας πούμε μόνο για τον Επιτάφιο, χωρίς να το γενικεύουμε)έχει σημαντική καλλιτεχνική αξία. Πέρα από τη δική μας...προστιθέμενη, τη συναισθηματική και την ιστορική. Ο ποιητικός δεκαπεντασύλλαβος, οι χωνεμένοι ελληνικοί ρυθμοί στη μελοποίηση του Μίκη, πόσο απαραίτητα στοιχεία της νεοελληνικής κιβωτού!
Βλέπεις, πολλά πράγματα προσπαθούν πάντα κάποιοι να τα επιβάλλουν και κάποια επιβάλλονται από μόνα τους. Φανερό σε ποια κατηγορία ανήκει ο Επιτάφιος. Εγώ νιώθω ευτυχής που η συγκυρία το έκανε να τον "ζήσω", να τον τραγουδήσω και να τον τραγουδάω ακόμα..
Να δώσω λίγα realia κι εγώ για τον Επιτάφιο του Ρίτσου.
Το Μάη του '36 ο ποιητής ψωμιζόταν μεταφράζοντας για τον Γκοβόστη στο πατάρι της Πεσματζόγλου. Την επομένη της δολοφονίας του παλικαριού στη συμπρωτεύουσα βλέπει στο πατάρι του Γκοβόστη την πρώτη σελίδα του Ριζοσπάστη, όπου φιλοξενούνταν η γνωστή φωτογραφία με τη μαυροντυμένη μάνα σκυμμένη να κλαίει πάνω από τη σορό του παιδιού της. Εκείνη τη μέρα έγραψε ο Ρίτσος όλο τον Επιτάφιο.
Αργότερα ο Μίκης, όταν τον μελοποίησε σε τόσο λαϊκούς μελωδικούς δρόμους, το παρουσίασε στο Ρίτσο, στον Μπιθικώτση και στο Χιώτη και εισέπραξε από όλους απαρέσκεια. Ναι, και από τον ποιητή. Τους φόβισε το πολύ λαϊκό χρώμα της μουσικής. Εδώ όμως ο Μίκης αποδείχτηκε πολύ λαϊκότερος από όλους.
Μαθητής συνέλαβα τον εαυτό μου, αυτόν τον ορκισμένο εχθρό της αποστήθισης, να έχει αποστηθίσει δεκάδες στίχους, χωρίς προσπάθεια, ασύνειδα.
Όσα γράφεις, γυριστρούλα, για την τάξη και τα παιδιά σου είναι και δικές μου σκέψεις. Φευγαλέες όμως, γιατί αμέσως καταλαβαίνω πως έχω καθήκον στα παιδιά να δώσω ό,τι υψηλότερο μπορώ. Το αξίζουν και το επιζητούν. Όλα. Ίσως πλην Λακεδαιμονίων.
Η αλήθεια είναι, Διονύση, πως άνοιξα μεγάλο θέμα, αλλά δεν έγινε εκ προθέσεως. Πιο πολύ μια αίσθηση της στιγμής κατέγραψα, ένα καλά κρυμμένο συναίσθημα κι από μένα την ίδια. Μια μέρα είχαμε ανάγνωση Ρίτσου στην τάξη, ποιημάτων που φέρνουν οι μαθητές, και όταν άκουσα να διαβάζουν Επιτάφιο, κάπως βάρυνα, ένιωσα άβολα. Ήταν σαν να βλέπεις μια πολύ παλιά σου φωτογραφία, που δεν σου μοιάζει...
Θερσίτη, πολύτιμες πληροφορίες, μόνο τον απόηχό τους είχα συγκρατήσει.
Το ξέρω ότι εσύ έχεις τους λιγότερους ενδοιασμούς να δίνεις στους μαθητές τα μεγάλα και θαυμαστά. Πολλές φορές ευτυχώς κι εγώ έχω εισπράξει την αποδοχή και το ενδιαφέρον τους, όταν το επιχειρώ. Δεν έχουν το πρόβλημα τελικά τα παιδιά, εμείς το έχουμε...
Η πρωτομαγιά της άνοιξης ταιριάζει απόλυτα στην εργατική πρωτομαγιά.
Η εργατική τάξη υποσχέθηκε την κοινωνική άνοιξη, το σταμάτημα της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο..
Οπως συνήθως στην Γυριστρούλα, άλλο ένα διαμάντι ευαισθησίας...
Κάποιοι θα το συνδυάσουν με την εργατική Πρωτομαγιά, κάποιοι με την ποίηση και τον Επιτάφιο...
Εγώ θα μείνω στο τέλος, στις τελευταίες παραγράφους, στα "συμπεράσματα"...
Τι ζητάει ο απλός άνθρωπος, Γυριστρούλα? Γιά ποιά πάλευε και αγωνιζόταν ανέκαθεν? Και παλιότερα, όταν η βία και οι πολεμοι ήταν συνυφασμένοι με την καθημερινότητά του, όταν η καθημερινή του έγνοια ήταν η επιβίωση, η απομάκρυνση του κινδύνου, ένα κομμάτι ψωμί, μιά σφαλής στέγη... και μετά, όταν πάλευε για την δημοκρατία, την ισότητα, τη δικαιοσύνη... τι ζητούσε τότε? Γιατί ΚΑΙ η δημοκρατία, ΚΑΙ η ισότητα, ΚΑΙ όλα τα ανθρώπινα ιδανικά, ήταν και είναι το "μέσο", γιά την κατάκτηση του στόχου, όχι ο σκοπός....
Ζητούσε όσα γράφεις στην τελευταία παράγραφο... μιά ζωή ήσυχη, ήρεμη... το καθημερινό φαγητό, εργασία, την ασφάλεια των παιδιών του, της οικογένειάς του... και ΝΑΙ, ζητούσε ιστορίες χωρίς γενναία παλικάρια και κακούς χωροφύλακες, χωρίς χαροκαμένες μάνες και στυγνούς δικτάτορες... ζητούσε μιά ζωή χωρίς όλα αυτά... χωρίς πολέμους, καταστροφές, φρίκη, απώλειες...
Ολα τα "μεγάλα", όλα όσα θαυμάζουμε και ...Ναι, και αναπολούμε από την ασφάλεια του σήμερα όσοι από εμάς τα ζήσαμε... τα κουράγια, το θάρρος, τους αγώνες ... την αυταπάρνηση, τον αλτρουισμό, τις θυσίες... όλα αυτά έγιναν γιά να αποκτηθούν όλα εκείνα τα "μικρά" που ανάφερα παραπάνω... αυτά ζητάει ο άνθρωπος, γιά αυτά παλεύει, γιά αυτά γίνεται περιστασιακά μόνο "μεγάλος", "ήρωας"... γιά την "εντροπία" που νομοτελειακά έλκει κάθε τι, έμψυχο ή και άψυχο, προς την την ηρεμία της τελικής ακινησίας....
Και όταν την πετύχει, όταν εξασφαλίσει τα ζωτικά, τα αρχέγονα "απαραίτητα", αρχίζει να σκέπτεται και τα υπόλοιπα που περιγράφεις... τα μή απαραίτητα, αλλά -φαίνεται- συνυφασμένα με την ανθρώπινη φύση: "...τα λεφτά, την καλοπέραση, το συμφέρον, το βόλεμα. ...μουσικές, για να ξεχνάει, ποιήματα που δεν τραγουδιούνται, ποιητές χαμηλόφωνους και μόνους... πολλά παιχνίδια με κουμπιά, για να μη θυμάται πώς είναι οι ορίζοντες και τα ύψη, το πέταγμα και η απλωσιά"... και ναι, ξεχνάει και αγώνες, και ήρωες... και τους αποδιώχνει μακρυά ή τους ανεβάζει στο εικονοστάσι, ακίνητους, εικόνες λατρευτικές πιά, αλλά... αχρείαστους...
Και όταν η ανθρώπινη φύση, η άπληστη, ανταγωνιστική, απαιτητική, άδικη ανατρέψει την εντροπία στο κυνήγι των "μη απαραίτητων"... όταν σιγά σιγά ξαναχτίσει την αδικία... όταν οι "συγκεντρώσεις" των ομαδοποιημένων "στοιχείων" της κοινωνίας -πλούσιοι, φτωχοί, κατέχοντες, κυβερνώντες, αδικημένοι, προλετάριοι- καταργήσουν τελικά την πολυπόθητη εντροπία, τότε ... ο κύκλος ξαναρχίζει... από την αρχή...
Σε ευχαριστώ γιά την ανάρτηση και την ευαισθησία, την νοσταλγία, την μελαγχολία που αναδείκνύει.... και η θέση μου δεν είναι πεσσιμιστική, βρισκόμαστε κάπου στη μέση των 100 χρόνων μοναξιάς, που ανάφερες στην αρχή...
Καπιταλιστικό κομμούνι, της υποσχέθηκαν, της έταξαν...
και μετά έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μην έρθει ποτέ αυτή η άνοιξη.
Σχολιαστή...τι να πω;
Από τη μια ένας στέρεος ορθολογισμός που δύσκολα μπορείς να τον αντικρούσεις, κι από την άλλη...η απόλυτη αναίρεσή του, ο ρομαντικός επαναστάτης που αρνείται να πεισθεί, να βάλει γραβάτα, να γίνει κυνικός.
Σαφώς το σχόλιο υπερέβη την ανάρτηση και ως προς τη συγκίνηση...
Καμμια φορά σκεφτομαι ότι αν πεσουν οι servers της google, κάποια πραγματα θα ειναι μεγάλο κριμα να χαθουν. Και ενα απο, αυτά τα λίγα, φοβάμαι τα πολύ λιγα ειναι αυτή η αναρτηση σου, Γυριστρουλα.
Βγάζει τόση γλυκα, τόση ζεστασια, τόση ανθρωπια, τόση ...απλοχωριά, σε κάνει να χαμογελάς, και να σηκώνεις το βλεμμα.
Να εισαι καλά Γυριστρουλα.
Υ.Γ. Την εχω διαβάσει τουλάχιστον 4 φορές, και ξερεις δυσκολευτηκα πολύ να σχολιασω. Μονο ξαναγυριζα, την ξαναδιαβαζα, γαληνευα... και δεν ήξερα τι να πω...
Κατερίνα μου, σ' ευχαριστώ! Σχεδόν αμέσως μόλις το έγραψα (γράφω πάντα παρορμητικά ή δεν γράφω τίποτα)το αποκήρυξα με αυτόν τον άλλο ορθολογιστή εαυτό μου, που έχει εδώ χίλιες αντιρρήσεις να εκφράσει, αλλά να που πρέπει να τολμάμε να "εκτεθούμε" συναισθηματικά. Και μόνο ένας να καταλάβει...Πόσο μάλλον...
Γυριστρούλα μου, ξέρεις ότι μας εκφράζεις όλους...
θα αντείπω όμως ότι κάθε εποχή έχει τον δικό της μοναδικό "ηρωισμό". και σήμερα υπάρχουν αντίρροπες δυνάμεις -πολύ πιο αφανείς, πιο... υπόγειες φυσικά- που αντιστέκονται στην κυρίαρχη μακάρια απραξία. Άλλωστε όπως πολύ σωστά λέει ο Σχολιαστής, αναπόφευκτα ο κύκλος επαναλαμβάνεται -με διαφορετικό τρόπο κάθε φορά- και η πάλη, όχι των τάξεων, αλλά μεταξύ τάξης και αταξίας, καλά κρατεί στους αιώνες... Η έκβαση βέβαια πάντα άγνωστη... Δεν μένει παρά να είμαστε σε εγρήγορση -τουτέστιν με.. τους "άτακτους":)
Λορελάη, μερικές φορές κι εγώ πιστεύω ότι είναι πολύ πιο ηρωικό να αντιστέκεσαι σε μια τέτοια ισοπεδωτική εποχή. Είναι πολύ μοναχική αντίσταση αυτή, καθόλου χειροκρότημα, λάβαρα, σημαίες. Άσε που όλοι προσπαθούν να τους κατεβάσουν στα μέτρα τους ή να τους απαξιώσουν.
Όμως... μιλάω για άλλα μεγέθη. Όταν έχεις ένα Ρίτσο, έναν Μίκη και τόσους άλλους μπροστά σου, όσο ψοφίμι και να είσαι, παίρνεις δύναμη, βγαίνεις από τη μετριότητά σου, δίνεις το καλύτερο που διαθέτεις.
Και μη με παρεξηγήσεις, δεν μιλάω για τους γνωστούς και ονομαστούς μόνο, αλλά και για εκείνους τους αφανείς που όσοι ακόμα ζουν ανάμεσά μας- δεν μπορεί θα τους έχεις προσέξει- κομίζουν αυτό το άλλο ήθος και ύφος.
Να σου πω την αλήθεια ένας τέτοιος "γέροντας" που συνάντησα τυχαία ήταν η αφορμή αυτής της ανάρτησης.
Καλησπέρα καθυστερημένη κι από μένα, και να δηλώσω πως συμφωνώ με το πνεύμα της ανάρτησης και με το συναίσθημα της Γυριστρούλας, αντίθετα οι εκ των υστέρων ορθολογισμοί νομίζω πως αδυνατούν να περιγράψουν και να εξηγήσουν τα πράγματα.
Επιτέλους! Καταδεχτήκατε την μπλογκοπαρέα μας πάλι! Αν το κάνετε για να σας επιθυμήσουμε και να μη φέρνουμε αντιρρήσεις στα λεγόμενά σας, το επιτύχατε απολύτως!
Καλημέρα, Γιώργο!
Όχι δεν υπήρξε ποτε τέτοια πρόθεση αλλά μην μου βάζεις ιδέες!!! Πως θα σου φαίνονταν μια νέα θεωρία που θα τη λένε "Η μέθοδος της πειθούς δια μέσου της αποστασιοποίησης"? είδες πόσο επιστημονικό και βαρύγδουπο ηχεί???Χα χα χα χα....
Post a Comment