
Είδα χθες βράδυ στην τηλεόραση τη
Χαρά Νικοπούλου, τη γνωστή δασκάλα του Έβρου. Μου άρεσε η φυσιογνωμία της, ο λόγος της, το σθένος με το οποίο υπεράσπιζε τη δουλειά της. Δεν μου άρεσε η ρητορεία της, το εθνικοπατριωτικό κήρυγμα που συμπυκνώνει την πατρίδα στο στενό ένδυμα της "παρέλασης", της "εθνικής ενδυμασίας", "των δημοτικών ασμάτων και χορών".
Θυμάμαι ένα ταξίδι στον Έβρο,πριν από λίγα χρόνια, με ξεναγό το φιλαράκι μου, τον Ανέστη, γέννημα θρέμμα της θρακιώτικης γης, που εκείνη την εποχή υπηρετούσε ως καθηγητής θεολόγος σε ένα γυμνάσιο του νομού. Με πήγε παντού, είδα πανηγύρια, γάμους, όλων των "φυλών" της πολύχρωμης κοινωνίας του. Πομάκοι, τουρκόφωνοι ρομά, ορθόδοξοι, μουσουλμάνοι, γηγενείς, πρόσφυγες, μετανάστες, όλοι συνυπάρχουν με μια δική τους εσωτερική ισορροπία, που μόλις τώρα αρχίζει να ευδοκιμεί και στις δικές μας "αμιγείς" κοινωνίες, με την έλευση των μεταναστών. Εκεί, αυτή η ισορροπία είναι εμπεδωμένη και σεβαστή από όλες τις κοινότητες, πολιτισμικές, εθνολογικές,θρησκευτικές. Ο φίλος μου είχε μαθητές όλων αυτών των κατηγοριών. Όπου πήγαμε, τον υποδέχτηκαν με αγάπη, τον κάλεσαν να καθίσει να φάει, να πιεί, να χορέψει,μαζί κι εμάς, την παρέα του. Ήξερε να κινηθεί με άνεση στα διαφορετικά περιβάλλοντα, ήξερε τους κανόνες της συνύπαρξης. Φαντάζομαι πως δεν θα πήγαινε φορώντας το σταυρό του στο μουσουλμάνικο γάμο, ούτε θα είχε μια συνοδό άπρεπα ντυμένη. Στοιχειώδης επίγνωση των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων, στοιχειώδης σεβασμός στο πιστεύω των γειτόνων,που του έκαναν την τιμή να τον φιλοξενήσουν.
Θυμήθηκα χθες βράδυ τον Αναστάσιο Αλβανίας, τον εκλεκτό ιεράρχη της αγάπης, που συμβούλευε τους ανθρώπους της χριστιανικής κοινότητας της Αλβανίας, που προσέφεραν βοήθεια σε πρόσφυγες Κοσσοβάρους, να κρύβουν το σταυρό τους, για να μην προβάλλουν το πιστεύω τους, αφού αξία είχε η προσφορά στον πάσχοντα συνάνθρωπο, το πιο υψηλό νόημα της θρησκείας μας.
Ένιωσα την ανάγκη να απευθυνθώ στη νεαρή μου συνάδελφο και να της πω με πολλή αγάπη ότι δεν είναι ανάγκη να φοράει την πανοπλία του μαχητή, για να προσφέρει παιδεία. Καλώς ή κακώς οι άνθρωποι αυτοί χρόνια εγκαταλειμμένοι από την Πολιτεία, δημιούργησαν σχέσεις και εξαρτήσεις που δεν κόβονται με το μαχαίρι. Αντί να επιβάλλει την επίσημη εκδοχή μιας "
πατρίδας" βγαλμένης από αναγνωστικό του '50, που όλοι σιγά σιγά πρέπει να μετριάσουμε, για να ενώσουμε κι όχι να χωρίσουμε τα παιδιά των ανθρώπων μέσα στις τάξεις μας, μπορεί να ακολουθήσει το λαμπρό παράδειγμα της Στέλλας Πρωτονοταρίου, που βρήκε τόσους τρόπους να φέρει κοντά ανθρώπους με διαφορετικές "γλώσσες" στο σχολείο της, δίνοντας έμφαση σ' εκείνα που ενώνουν κι όχι εμμένοντας σ' αυτή τη "λοιμική", της "επιφανειακής ρητορείας", όπως σοφά την αποκαλεί ο Γ. Σεφέρης.
Και γιατί ο κόσμος που ονειρευόμαστε εμείς οι δάσκαλοι είναι κάπως σαν τον Παράδεισο του Δάντη, όπου:
"μέσα στα βάθη του [Έμπυρου ουρανού] είδα μαζεμένα, με την αγάπη δεμένα σ' ένα τόμο τα σκόρπια φύλλα ολόκληρου του κόσμου".
Και ακόμη γιατί πιστεύω ότι δάσκαλοι σαν τη Χαρά μπορούν να κάνουν τη φλόγα της ψυχής τους να ζεσταίνει κι όχι να καίει, αν χειριστούν σωστά τη δύναμή της.