Το Νέο Λύκειο είναι πια στη ζωή μας και μόλις τώρα αρχίζουμε σιγά σιγά να καταλαβαίνουμε τι σημαίνει για μας. Οι μαθητές αντιλαμβάνονται ότι τίποτε δεν θα είναι όπως πρώτα στη λυκειακή βαθμίδα, ούτε η προαγωγή, ούτε η εισαγωγή στα πανεπιστήμια, ούτε οι επιλογές που τους παρέχονται. Δυσκολεύουν οι προϋποθέσεις προαγωγής και απόλυσης, αφού η βάση του 9,5 που ίσχυε μέχρι τώρα έγινε 10 και μάλιστα όσον αφορά την Αρχαία, τη Νέα Ελληνική Γλώσσα, τη Λογοτεχνία και τα Μαθηματικά, το 10 είναι ο ελάχιστος βαθμός, ανά κλάδο, που πρέπει να έχουν για να περάσουν στην επόμενη τάξη, πράγμα που, σε συνδυασμό με το 8 των υπολοίπων μαθημάτων, ανεβάζει το επίπεδο δυσκολίας σε πρωτόγνωρα ύψη για τα έως τώρα ισχύοντα.
Για όποιον φαίνονται λογικές αυτές οι προϋποθέσεις, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε πως η βαθμολογία είναι τόσο εύκολο να ανεβεί στα ύψη ή να καταποντιστεί στα τάρταρα με τα κατάλληλα θέματα, όσο εύκολα αλλάζουν οι πολιτικές σκοπιμότητες στην εκπαίδευση. Γι' αυτό άλλωστε τα θέματα θα προέρχονται κατά 50% από Τράπεζα θεμάτων, υπό τον έλεγχο ασφαλώς του Υπουργείου. Επιπλέον, αν δεχθούμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό μαθητών στο λύκειο έχει πολύ χαμηλό μαθησιακό επίπεδο, πριν αρχίσουμε να τους πετσοκόβουμε, μήπως θα έπρεπε να διορθώσουμε τις προηγούμενες βαθμίδες που τους έφτασαν έως εδώ αστοιχείωτους; Κι όμως, αντί να ερευνήσουμε το τι και το πώς μαθαίνουν ή το γιατί δεν μαθαίνουν οι μαθητές από το δημοτικό, ασχολούμαστε πάλι με το εξεταστικό σύστημα του λυκείου και τις εισαγωγικές εξετάσεις. Η πιο καταστροφική εμμονή κάθε εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης τα τελευταία 30 χρόνια.
Γιατί, λοιπόν, δεν ακούγονται και πολλές αντιρρήσεις από μέρους των καθηγητών και των εκπροσώπων τους σε συνδικαλιστικό και επιστημονικό επίπεδο;
Μήπως, μας αρέσει που η βαθμολογία μας θα είναι πολύ πιο σημαντική για το μέλλον των μαθητών μας, από ό,τι μέχρι τώρα;
Μήπως, οι βασικές ειδικότητες, είδαμε τις αυξημένες ώρες και ησυχάσαμε;
Μήπως βαυκαλιζόμαστε με την ιδέα ότι με τους προφορικούς βαθμούς, το 50% των θεμάτων και τη βαθμολογία του γραπτού, θα "σώσουμε" τους μαθητές μας από τον Καιάδα της απόρριψης; Έχουν γνώση οι φύλακες. Ο κεντρικός έλεγχος κάθε μύγας που θα πετάει στο σχολείο δεν θα μας αφήσει για πολύ να ονειρευόμαστε "σωσίβιες" βαθμολογίες και άλλα παρόμοια.
Ειδικά, εμείς οι φιλόλογοι, όπως πάει το πράγμα, σε λίγα χρόνια δεν θα έχουμε και πολλούς να σώσουμε. Αυτό που μας καθησυχάζει, οι πολλές ώρες της αρχαίας ελληνικής στον θεωρητικό κύκλο, η βαρύτητά τους στη γενική παιδεία των δύο πρώτων τάξεων, θα είναι, πολύ φοβάμαι, και αυτό που θα μας δημιουργήσει το μεγαλύτερο πρόβλημα στο μέλλον. Τα αρχαία δεν είναι και το δημοφιλέστερο μάθημα, όπως διδάσκονται με έμφαση στο τυπικό και όχι στην ουσία, στη γλώσσα και όχι στο περιεχόμενο, στην παπαγαλία τύπων και όχι στην επαφή με κείμενα και ιδέες που ακόμα δίνουν το νόημα και το μέτρο του πεπαιδευμένου ανθρώπου, όπου γης. Με τι κίνητρα θα ακολουθήσουν θεωρητικό κύκλο οι μαθητές μας, όταν οι σχολές στις οποίες οδηγεί αυτός είναι μόνο οι θεωρητικές, χωρίς καμιά άλλη δυνατότητα επιλογής, ούτε καν οι παιδαγωγικές με κάποιο μάθημα επιλογής (πχ μαθηματικά); Γιατί άραγε εντάσσονται τα παιδαγωγικά στον οικονομικό κύκλο, ενώ ο φυσικός τους χώρος ανέκαθεν ήταν οι θεωρητικές- παιδαγωγικές σχολές;
Μήπως, τελικά, το Νέο Λύκειο είναι ο δούρειος ίππος της δραστικής μείωσης των θεωρητικών σπουδών από λύκειο και πανεπιστήμια; Μήπως έτσι γλιτώσουν μια κι έξω οι επόμενες γενιές από κάτι ενοχλητικούς που όχι μόνο δεν αρέσουν στις αγορές, αλλά επιμένουν να απευθύνονται στη σκέψη και στην ψυχή των νέων ανθρώπων και όπως λέει η Αμερικανίδα φιλόσοφος Judith Butler «... επιτρέπουν να μάθουμε να διαβάζουμε
προσεκτικά, να αξιολογούμε και να οξύνουμε το βλέμμα μας, να εντοπίζουμε
τους εαυτούς μας, απροσδόκητα, στη μέση των αρχαίων κειμένων που
διαβάζουμε και, επίσης, να ανακαλύπτουμε τρόπους ζωής, σκέψης, δράσης,
αντανακλάσεις που ανήκουν σε χρόνους και χώρους που δεν βρεθήκαμε ποτέ»;
Μακάρι όλοι αυτοί οι φόβοι να μην επιβεβαιωθούν από την πραγματικότητα και το Νέο Λύκειο να είναι μια ακόμα μεταρρύθμιση από τις πολλές που δεν "περπάτησαν" στην εκπαίδευση τα τελευταία χρόνια, αλλά ακόμα κι έτσι, είναι καιρός να προβληματιστούμε σοβαρά εμείς οι φιλόλογοι για το ρόλο μας στην παιδεία και την ευθύνη μας για το μέλλον των θεωρητικών σπουδών στη χώρα μας.