Τα Ματωμένα Χώματα της Διδώς Σωτηρίου είναι ένα βιβλίο πολύ γνωστό και πολύ αγαπημένο εδώ και χρόνια. Διαβάστηκε πολύ, από πολλούς, μεταφράστηκε, βραβεύτηκε, έγινε ακόμα και σειρά στην τηλεόραση. Κι εκεί που νόμιζα ότι τα ξέρω όλα γι'αυτό το βιβλίο, ήρθε η ώρα του να μου κάνει το πιο όμορφο δώρο των φετινών Χριστουγέννων.
Μου δόθηκε χωρίς ωραίο περιτύλιγμα σε μια σχολική τάξη μια κρύα μέρα του Γενάρη, σχεδόν μόλις άνοιξαν τα σχολεία. Καθόμουν αναπαυτικά στην έδρα μου και παρακολουθούσα με προσοχή τις ωραίες εργασίες των παιδιών της Πρώτης Γυμνασίου, που στο σύνολό τους ήταν παρουσιάσεις βιβλίων από τη σχολική βιβλιοθήκη. Τρεις μαθήτριες είχαν πάρει τα Ματωμένα Χώματα, και ήμουν ανυπόμονη να δω πώς τα πήγαν με το βιβλίο.
Και τότε άρχισαν να ανοίγουν οι σελίδες και να χάνεται η αίσθηση του χρόνου και του χώρου. Βρεθήκαμε εκεί στα μικρασιατικά παράλια σε καιρούς ειρηνικούς και ξέγνοιαστους και είδαμε μέσα από τα τρομαγμένα μάτια ενός παλικαριού να αλλάζουν όλα και να γίνονται φόβος, πόνος, καταστροφή. Και μαζί αγώνας. Αγώνας για επιβίωση, του σώματος και της ψυχής, μέσα στην πιο μεγάλη ιστορική περιπέτεια που έζησε ο άνθρωπος σ'αυτή τη γωνιά της γης κι απ'τις δυο όχθες του Αιγαίου.
Κι όλα αυτά με απίστευτη άνεση έμπειρου αναγνώστη, που θυμάται λεπτομέρειες, γεγονότα, λέξεις, που είναι σε θέση να ανατρέχει στις σελίδες που του έκαναν εντύπωση, να σχολιάζει κριτικά και να ανταλλάσσει ιδέες και εντυπώσεις, να εκφράζει απορίες.
Κι όλα αυτά τα...μεγαλίστικα, δοσμένα με όλη τη μαγεία που επιφυλλάσσουν τα παιδιά στα παραμύθια που αγαπούν, αυτή που κοιτάει τον κόσμο με "μάτια σαν κι αυτά, όταν ξυπνούν στις δύο η ώρα" που λέει κι ο ποιητής.
Δυσκολευόμουν να πιστέψω ότι οι ξεναγοί μας σ'αυτό το ταξίδι ήταν τρία δεκατριάχρονα παιδιά, που σαν τις τρεις καλές μοίρες του παραμυθιού προφήτευαν καλύτερες μέρες για μας τους κουρασμένους ταξιδιώτες των καιρών.
Τώρα πια μετά από ένα τέτοιο υπέροχο δώρο είμαι ξανά έτοιμη να πιστέψω κι εγώ σ'αυτές τις καλύτερες μέρες και μη σας πω και στον Άι Βασίλη ακόμα.